Παίρνοντας την απόφαση να γράψω για μία Ελληνίδα που άφησε την «σφραγίδα της» ανεξίτηλη στην Ελλάδα, με έκανε να αναφωνήσω στον εαυτό μου “Θα γράψω για την Μελίνα!”, όχι για την Μερκούρη. Κάπως έτσι θέλω να πιστεύω ότι έχουν οι Έλληνες στο μυαλό τους την Μελίνα Μερκούρη, σαν την «δικιά τους» Μελίνα, την γυναίκα που αγαπήθηκε και λατρεύτηκε όσο καμία άλλη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου του 1920, από τον Σταμάτη Μερκούρη και την Ειρήνη Λάππα. Βαφτίστηκε με το όνομα Μαρία-Αμαλία αλλά έμελλε να γίνει γνωστή ως Μελίνα.
Επρόκειτο για μία οικογένεια πολιτικών, μιας και ο παππούς της Σπυρίδων Μερκούρης υπήρξε Δήμαρχος Αθηνών για αρκετά χρόνια και ο πατέρας της διετέλεσε ως βουλευτής για περισσότερο από 30 χρόνια.
Ατίθαση από παιδί και μαθήτρια στο Μαράσλειο, την προσοχή της τραβούσε οτιδήποτε άλλο εκτός των μαθημάτων.
Έχοντας αγάπη για το θέατρο από τα παιδικά της κιόλας χρόνια, μπαίνει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου σε ηλικία 18 ετών και μόλις ένα χρόνο αργότερα παντρεύεται τον Παναγή Χαροκόπο.
Αξίζει να αναφέρω ότι ο γάμος αυτός τελέστη ύστερα από την υπόσχεση εκείνου να είναι ελεύθερη να ασχοληθεί με το θέατρο.
Η πρώτη της εμφάνιση στο σανίδι γίνεται το 1944 στο θέατρο Βρετάνια, στο έργο «Το Μονοπάτι της λευτεριάς». Στη συνέχεια ακολουθεί μια πλειάδα θεατρικών παραστάσεων, μέχρι να έρθει το 1949 η παράσταση «Λεωφορείον ο Πόθος», και να γίνει ένας από τους σταθμούς της καριέρας της, τραγουδώντας το τραγούδι του Μάνου Χατζηδάκη «Χάρτινο το Φεγγαράκι», γραμμένο για εκείνη.
Συνεχίζει την πορεία της εμφανιζόμενη δίπλα σε μεγάλα ονόματα όπως την Ειρήνη Παππά και την Άννα Συνοδινού ενώ παράλληλα πρωταγωνιστεί και στη Γαλλική Θεατρική σκηνή ως μούσα του θεατρικού συγγραφέα Μαρσέλ Ασάρ.
Η «Στέλλα» του Μιχάλη Κακκογιάννη, που έμελλε να την «σημαδεύσει», ήταν το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο το 1955, δίνοντας της το βραβείο ερμηνείας «Isa Miranda» στο Διεθνές Φεστιβάλ Καννών.
Ειρωνικό το γεγονός ότι η κινηματογραφική της καριέρα ξεκίνησε κάπως αργά έχοντας αιτία τους κινηματογραφικούς παραγωγούς της εποχής που είχαν δηλώσει ότι “το μεγάλο της στόμα δεν γράφει καλά στο φακό”!
Απάντηση σε αυτό υπήρξε η μεγάλη και διεθνής καριέρα της Μελίνας στο εξωτερικό έχοντας ακόμα και υποψηφιότητα για Όσκαρ στο «Ποτέ την Κυριακή».
Πριν όμως από αυτήν την τεράστια αναγνώριση που την έκανε διάσημη σε όλο τον κόσμο (διεθνής διακρίσεις με σημαντικότερη το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου στις Κάννες), συνεργάζεται με τον μεγάλο έρωτα της ζωής της Ζυλ Ντασσέν στον «Χριστό ξανασταυρώνεται», βασισμένο στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζατζάκη.
Ανέβασε ακόμη και την θεατρική παράσταση «Ίλια Ντάρλινγκ» στο Μπρόντγουει, μια διασκευή του κινηματογραφικού «Ποτέ την Κυριακή».
Η κινηματογραφική της πορεία συνεχίζεται με μεγάλες συνεργασίες μέσα από τις ταινίες του Ζυλ Ντασσέν «Φαίδρα» 1961 (Άντονι Πέρκινς) και «Τοπ Καπί» 1964 (Πίτερ Ουστίνοφ, Μαξιμίλιαν Σελ).
Το 1966 θα παντρευτεί τον Ντασσέν με πολιτικό γάμο και θα κάνει ακόμα μία συνεργασία με την Ρόμι Σνάιντερ στην ταινία «10:30 Καλοκαίρι Βράδυ».
Το 1967 (μεσάνυχτα 21ης Απριλίου), ενημερώνεται από τον Μάνο Χατζηδάκη τηλεφωνικώς για το πραξικόπημα στην Ελλάδα και από την πρώτη στιγμή παίρνει μέρος στις αντιχουντικές κινητοποιήσεις.
Ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη για να κινητοποιήσει τον κόσμο κατά της δικτατορίας στην χώρα της και αυτός ήταν ο λόγος που έγιναν εναντίον της 3 απόπειρες δολοφονίας, χωρίς βεβαίως εκείνη να κάνει πίσω ποτέ.
Η Μελίνα θα επιστέψει στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1974, μετά την πολιτική της εξορία από την χούντα, με μοναδική επιστροφή στην χώρα νωρίτερα, για να παραβρεθεί στην κηδεία της μητέρα της, για λίγες μόνο ώρες.
Το 1975 επιστρέφει στο θέατρο και το 1976 θα «μεταμορφωθεί σε Μήδεια» για το κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Η πολιτική της πορεία θα ξεκινήσει το 1977 ως εκλεγμένη βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στη β’ εκλογική περιφέρεια Πειραιά και η θεατρική αυλαία θα κλείσει για εκείνη το 1980 με την «Ορέστεια» στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας.
Το 1981 θα εκλεγεί Υπουργός Πολιτισμού και ως το 1989 θα διατελέσει την θητεία της ως η μακροβιότερη Υπουργός Πολιτισμού.
Η επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο θα αποτελέσει έναν μεγάλο στόχο για εκείνη, ξεκινώντας μία εκστρατεία, που καθόλη τη διάρκεια της θητείας της θα γίνει το πρώτο και σημαντικότερο μέλημα της.
Όπως είχε δηλώσει και η ίδια: “…Ακόμα και αν δεν ζω όταν επιστραφούν τα Μάρμαρα, θα ξαναγεννηθώ!”
Μεγάλο της επίτευγμα ήταν η δημιουργία του θεσμού Πολιτιστικών Πρωτευουσών, κάνοντας την Αθήνα το 1985 Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης!
Παράλληλα είχε ως στόχο την δημιουργία ενός νέου μουσείου της Ακρόπολης αλλά καθιέρωσε επίσης και τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, κάτι για το οποίο η ίδια ήταν πολύ περήφανη.
Το 1993-1994 (δεύτερη θητεία της ως Υπ. Πολιτισμού) υπερασπίστηκε τον αγώνα της για την εισαγωγή της θεατρικής αγωγής στα σχολεία, κάτι που δυστυχώς δεν κατάφερε να υλοποιήσει.
Στις 6 Μαρτίου του 1994 η Μελίνα Μερκούρη χάνει τη μάχη για τη ζωή στο νοσοκομείο Memorial της Νέα Υόρκης, από τον μοναδικό εχθρό που φοβόταν, τον καρκίνο.
Αυτή λοιπόν ήταν η ιστορία της ζωής μιας μεγάλης Ελληνίδας. Μιας γυναίκας διαφορετικής που ακόμη και όταν της αφαιρέθηκε η ιθαγένεια από την χούντα, εκείνη είπε: “Ελληνίδα γεννήθηκα και Ελληνίδα θα πεθάνω”.
Τολμηρή, σαγηνευτική, σχεδόν αέρινη, σκορπούσε την γοητεία της σε όποιον έμελλε να βρεθεί στο δρόμο της.
Θεατρίνα, αγωνίστρια μα και μεγάλη οραματίστρια κατάφερε να εσωκλείσει μέσα της όλα αυτά που θα έπρεπε να αντιπροσωπεύουν την χώρα της.
Μια πραγματική γυναίκα, που ακόμη και στο θάνατο της κατάφερε κάτι μοναδικό…Να είναι η πρώτη γυναίκα που κηδεύτηκε με τιμές πολιτικού αρχηγού.
Κάτι που με κάνει να νιώθω πραγματικά «φτωχή» είναι ότι στερήθηκα να γνωρίσω έναν άνθρωπο που ακόμα και το παρουσιαστικό της (τα μεγάλα της μάτια, το ζωηρό της χαμόγελο και η κορμοστασιά της), σκορπούσαν ενέργεια παντού.
Μία κουβέντα μαζί της (λάτρευε τις συζητήσεις), θα ήταν κάτι παραπάνω από μία πολυετή φοίτηση στο καλύτερο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Αυτή ήταν η Μελίνα….
Word Chimes