[...] Ο Βενέζης έζησε το βιβλίο του πριν το γράψει. Ήταν δεκαοχτώ χρονώ το 1922, όταν κορυφώθηκε ο ΕλληνοΤουρκικός πόλεμος που έριξε στη φωτιά και πλημμύρισε στο αίμα την Ανατολή. Οι Έλληνες έχασαν τις μικρασιατικές τους εστίες και οι ελληνικοί πληθυσμοί σύρθηκαν απ'του Τούρκους στα ενδότερα για να αποτελέσουν τα "εργατικά τάγματα".
"Το Νούμερο 31328" είναι πραγματικά το "Βιβλίο του Πόνου", αυτό που ο συγγραφεάς το λέει ο ίδιος "Το Βιβλίο της σκλαβιάς". [...]
Η αρχή του βιβλίου, η λαχανιασμένη πορεία των σκλάβων, αντρών και γυναικών είναι όραμα Δαντικό. Είναι ένα υπόδειγμα αφήγησης, που συγκινεί με τη λιτότητα και την ακρίβεια της λεπτομέρειας, την έλλειψη κάθε περιττού σχολίου, κάθε μίσους, κάθε δημηγορίας. Οι δήμιοι και τα θύματα παρουσιάζονται μέσα από τις πράξεις και τις σκέψεις τους, χωρίς οργή και χωρίς προκατάληψη. Μόλις μπορούμε να υποψιαστούμε ότι ο συγγραφέας μιλάει για πράματα που τα έζησε ο ίδιος, και ότι πρόκειται γι'αυτόν τον ίδιο και για τους συντρόφους του της αιχμαλωσίας όταν μας περιγράφει τον πόνο, την απόγνωση και την ελπίδα τους.
"Το Νούμερο 31328" δεν είναι απλώς η μαρτυρία ενός ιστορικού γεγονότος ή η περιγραφή ενός πολεμικού επεισοδίου. Είναι η μαρτυρία μιας ώρας του ανθρώπου, η μαρτυρία όλου του θάρρους, της ευψυχίας, της σωματικής και ψυχικής καρτερίας, της αγάπης για τη ζωή, προ πάντων όμως της αλληλεγγύης των ανθρώπων που βρέθηκαν σ'αυτή τη "θεωρία" του πόνου. Και απ'όλη αυτή τη δυστυχία αναδίνεται ένα αίσθημα μεγαλείου, που δίνει στο έργο του Βενέζη τον συγκλονιστικό του χαρακτήρα.
"Το Νούμερο 31328" είναι πραγματικά το "Βιβλίο του Πόνου", αυτό που ο συγγραφεάς το λέει ο ίδιος "Το Βιβλίο της σκλαβιάς". [...]
Η αρχή του βιβλίου, η λαχανιασμένη πορεία των σκλάβων, αντρών και γυναικών είναι όραμα Δαντικό. Είναι ένα υπόδειγμα αφήγησης, που συγκινεί με τη λιτότητα και την ακρίβεια της λεπτομέρειας, την έλλειψη κάθε περιττού σχολίου, κάθε μίσους, κάθε δημηγορίας. Οι δήμιοι και τα θύματα παρουσιάζονται μέσα από τις πράξεις και τις σκέψεις τους, χωρίς οργή και χωρίς προκατάληψη. Μόλις μπορούμε να υποψιαστούμε ότι ο συγγραφέας μιλάει για πράματα που τα έζησε ο ίδιος, και ότι πρόκειται γι'αυτόν τον ίδιο και για τους συντρόφους του της αιχμαλωσίας όταν μας περιγράφει τον πόνο, την απόγνωση και την ελπίδα τους.
"Το Νούμερο 31328" δεν είναι απλώς η μαρτυρία ενός ιστορικού γεγονότος ή η περιγραφή ενός πολεμικού επεισοδίου. Είναι η μαρτυρία μιας ώρας του ανθρώπου, η μαρτυρία όλου του θάρρους, της ευψυχίας, της σωματικής και ψυχικής καρτερίας, της αγάπης για τη ζωή, προ πάντων όμως της αλληλεγγύης των ανθρώπων που βρέθηκαν σ'αυτή τη "θεωρία" του πόνου. Και απ'όλη αυτή τη δυστυχία αναδίνεται ένα αίσθημα μεγαλείου, που δίνει στο έργο του Βενέζη τον συγκλονιστικό του χαρακτήρα.
Henri Liebrecht- της Βελγικής Βασιλικής Ακαδημίας
(Απο τον πρόλογο στην πέμπτη έκδοση)
Το βιβλίο τούτο είναι γραμμένο με αίμα. Ένας κριτικός του σημείωνε κάποτε για το ύφος του: "Έχει κάτι απ'τη φονική λαμπρότητα των πολεμικών όπλων, τη φονική λαμπρότητα του αδυσώπητου φωτός". Αλλά εγώ δε μιλώ για το ύφος. Λέω για τη καυτή ύλη, για τη σάρκα που στάζει το αίμα της και πλημμυρίζει τις σελίδες του. Για την ανθρώπινη καρδιά που σπαράζει, όχι για την ψυχή. Εδώ μέσα δεν υπάρχει ψυχή, δεν υπάρχει περιθώριο για ταξίδι σε χώρους της μεταφυσικής. Όταν καίγεται έτσι που καίγεται εδώ, με πυρωμένο σίδερο η σάρκα, παντοδύναμη θεότητα υψώνεται αυτή, κι όλα τα άλλα σωπαίνουν. Έχουν να λένε πως κανένας πόνος δεν μπορεί να είναι ισοδύναμος με τον ηθικό πόνο. Αυτά τα λένε οι σοφοί και τα βιβλία. Όμως, αν βγεις στα τρίστρατα και ρωτήσεις τους μάρτυρες, αυτούς που τα κορμιά τους βασανίστηκαν ενώ πάνω τους σαλόγιζε ο θάνατος-και είναι τόσο εύκολο να τους βρεις, η εποχή μας φρόντισε και γέμισε τον κόσμο- αν τους ρωτήσεις, θα μάθεις πως τίποτα , τίποτα δεν υπάρχει πιο βαθύ και πιο ιερό από ένα σώμα που βασανίζεται.
Το βιβλίο τούτο είναι ένα αφιέρωμα σ΄αυτό τον πόνο. [...]
Ηλίας Βενέζης - καλοκαίρι του 1945
(Απο τον πρόλογο του συγγραφέα στην δεύτερη έκδοση)
Απόσπασμα από το βιβλίο
"Μας πιάσαν τρεις "τορπιλίσους", πριν χαράξει ακόμα, πάνου στο μουράγιο. Ο αξιωματικός, ένας αψηλός, ξανθός, με πολλά μουστάκια, βαστούσε ένα καμτσίκι και χτυπούσε μες τα μούτρα, σα να είχε πινέλο-μπογιάτιζε φουτουριστικά σχέδια. Ο ένας "τορπιλίσος", ένας γιαπιτζής, μπρος σε τούτη την ανελέητη ζωγραφική ούρλιαζε απ'τον πόνο και μιλούσε γρήγορα-γρήγορα τουρκικά, ικετεύοντας τον αξιωματικό να σταματήσει. Ύστερα, βλέποντας πως δεν υπάρχει σωτηρία, έπεσε μπρούμυτα καταγής, δάγκανε το χώμα και, όπως ο αξιωματικός τον τσαλαπατούσε δαιμονισμένος στα πλευρά, το κορμί του σπάραζε σα ν'άδειαζε ερωτικά. Ο δεύτερος, ένας τρατάρης με σταρένιο αψύ μούτρο, στεκόταν με μια ακατανόητη αξιοπρέπεια. Είχε χαμηλώσει το κεφάλι. Κάθε φορά που το καμτσίκι του όργωνε του μούτρο, έσκυβε λίγο, ένα νευρικό τικ, και πάλι το κεφάλι ερχόταν στη θέση του. Κ'εγώ, για να προφυλαχτώ, σήκωνα τα χέρια μου ψηλά, όπως κάνουν στα δράματα, ικετεύοντας. [...]"
"Το Νούμερο 31328" -Τριακοστή πέμπτη έκδοση 1996, Βιβλιοπωλείον της "ΕΣΤΙΑΣ", Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε.
Word Chimes