6:54 π.μ Μόλις έχει ανατείλει ο ήλιος.
Έχει γεμίσει την κούπα του με αχνιστό μαύρο καφέ και παίρνει γερές δόσεις μυρωδιάς που εισχωρούν σαν αόρατες ακτίνες απο τη μύτη του, για να φτάσουν ως το μυαλό του.
Εκεί, τα γλυκά ευωδιστά κύματα θα τον παρασύρουν και θα κινήσουν τα χέρια του πάνω στο χαρτί. Ένα χαρτί που πιάνει όλο το τραπέζι.
Θα μπορούσε να ζωγραφίσει το χάρτη της χώρας του ή ακόμα και τον παγκόσμιο χάρτη, σημειώνοντας με μεγάλες κουκίδες τους σταθμούς που έχει κάνει έως τώρα.
Εκείνος όμως μένει πιστός στο ραντεβού του με τη φαντασία.
Όπως κάθε Κυριακή, έτσι και σήμερα θα αφήσει τα χέρια του να σχεδιάσουν τον μικρό του ήρωα σε μια καινούργια του περιπέτεια, πηδώντας απο πλαίσιο σε πλαίσιο και φωνάζοντας μέσα απο κομικ-ίστικες φούσκες.
Το Sunday Boy, ο μικρός ήρωας των Κυριακάτικων πρωινών του, έμοιαζε με μια εναλλακτική εκδοχή του εαυτού του. Είναι ο ίδιος, μόνο αρκετές κλίμακες μικρότερος, φτιαγμένος απο μολύβι-κάρβουνο, με το ίδιο στραβό χαμόγελο στο στόμα.
Συνήθως η ιστορία που τον έβαζε να ζήσει ήταν μια παραλλαγή κάποιου πραγματικού γεγονότος, που πάντα όμως θα είχε διαφορετική κατάληξη απο εκείνη που είχε στη ζωή του έξω απο το χαρτί.
Την είχε καλομάθει την μικρογραφία του καθώς ήθελε πάντα ότι ζει να του αφήνει μόνο μια γλυκιά γεύση. Ακόμα και όταν σχεδίαζε ένα περιστατικό θετικό για τον ίδιο, προσπαθούσε να βρει πια θα ήταν η ακόμα καλύτερη εκδοχή του, για να μείνει ευχαριστημένο το μικροσκοπικό του εγώ που ζωγράφιζε με τόση προσοχή.
Όπως τότε, που είχε πάρει προαγωγή στη δουλειά του.
To Sunday Boy είχε πάει περίπατο στη θάλασσα και είχε κτίσει με τα χέρια του το μεγαλύτερο κάστρο απο άμμο που ενώ το χτύπαγαν τα κύμματα εκείνο έστεκε σαν βράχος. Ακόμα και όταν ζωγράφισε ριπές δυνατού ανέμου, κάθε λεπτομέρεια του κάστρου δεν δέχτηκε καμία απώλεια και όταν ο ήλιος ξεπρόβαλε πάλι ύστερα απο μια άγρια νεροποντή, το κάστρο είχε απλώς αποκτήσει την τάφρο του.
Τίποτα δεν ήταν ικανό να χαλάσει την ηρεμία και την τέλεια σχεδιασμένη ζωή της σκιτσογραφίας του.
Το μόνο που δεν είχε ο εικονικός του κόσμος, ήταν χρώμα. Μια εύκολη ζωή σαν και αυτή μονάχα σε ασπρόμαυρο μοτίβο θα μπορούσε να αποτυπωθεί, για να του θυμίζει πάντα πως δεν είναι η πραγματική, όσο υπέροχη και ας φαινόταν.
Έχει ήδη ξεκινήσει να σχεδιάζει.
Χρησιμοποιούσε και τα δυο του χέρια παρότι ήταν δεξιόχειρας. Όταν κάποιες φορές δυσκολευόταν να φτιάξει κάτι με το δεξί, έπιανε δουλειά με το αριστερό και ως δια μαγείας έβρισκε τις κατάλληλες γραμμές για να το ολοκληρώσει.
Ούτε ο ίδιος ήξερε ή καταλάβαινε πως συμβαίνει αυτό αλλά ήταν κάτι θετικό και ως συνήθως τα θετικά δεν χρειάζονται ανάλυση.
Ενθουσιαζόταν ιδιαίτερα με το άλλοτε "άχρηστο" αριστερό του χέρι που στο τέλος κάθε προσπάθειας επιτυχημένης του έδινε και ένα πεταχτό φιλί, έτσι για να το ανταμοίψει.
Το αγόρι της Κυριακής σήμερα είναι ερωτευμένο. Μερικά τετράγωνα πιο πάνω έχει μοιραστεί τον ίδιο τοίχο με ένα κορίτσι που ζωγράφισε το δικό της graffiti δίπλα στο δικό του.
Μόλις είδε την υπογραφή της, Monday Girl, σκέφτηκε πως δεν ήταν τυχαίο. Αρχή της εβδομάδας εκείνη, τέλος της εβδομάδας αυτός, το ενδιάμεσο δεν θα μπορούσε παρά να είναι κοινό. Μια δόση σπρέυ στο δικό του έργο εκείνη, μια δόση στο δικό της αυτός και τώρα στέκουν και οι δύο και τα κοιτάζουν πιασμένοι χέρι χέρι.
Είναι η πρώτη φορά που σχεδιάζει άλλον χαρακτήρα και δεν ξέρει αν τον έχει σχεδιάσει καλά. Νιώθει άγχος που τον κάνει να χαμογελά και έτσι σχεδιάζει το κορίτσι της Δευτέρας με ένα μόνιμο χαμόγελο να κρέμεται απο τα χείλη της.
Μόλις έχει τελειώσει και απομακρύνεται απο το τραπέζι για να δει την ιστορία του απο μακρυά. Κάτι λείπει......Ίσως μια κουβέντα δική της. Σχεδιάζει το στρογγυλό περίγραμμα αλλά πριν προλάβει να συμπληρώσει τα λόγια, μια γυναικεία φωνή απο το διπλανό δωμάτιο σφραγίζει το τέλος της πρωινής του δημιουργίας.
Ίσως όταν ξαναεπιστρέψει να παρατηρήσει πως τα σκίτσα του, αυτή τη φορά, έχουν χρώμα.
Word Chimes